Second Epistle to the Corinthians

763 Custom

Vocabulary

Word Meaning
πτωχός, ή, όν pobre
κατέχω possuir
Κορίνθιος, ου, ὁ el corintio
ἀντιμισθία, ας, ἡ recompensa
ἑτεροζυγέω estar desigualmente unido
μετοχή, ῆς, ἡ participación
ἀνομία, ας, ἡ anomia
συμφώνησις, εως, ἡ acordo
Βελιάρ, ὁ Belial
μερίς, ίδος, ἡ porción
συγκατάθεσις, εως, ἡ concordância
εἴδωλον, ου, τό ídolo; imagem
ἐνοικέω habitar
ἐμπεριπατέω caminhar por aí
λαός, οῦ, ὁ povo
μέσος, η, ον meio
ἀφορίζω separar
ἀκάθαρτος, ον impuro
ἅπτω tocar
εἰσδέχομαι receber; aceitar
θυγάτηρ, τρός, ἡ filha
παντοκράτωρ, ορος, ὁ todo-poderoso
καθαρίζω limpar
μολυσμός, οῦ, ὁ contaminación
ἁγιωσύνη, ης, ἡ santidad
χωρέω conter
συναποθνῄσκω morir con
συζάω vivir con
ὑπερπερισσεύω abundar
ἔξωθεν de fora
μάχη, ης, ἡ lucha
ἔσωθεν de dentro
ἀναγγέλλω relatar
ὀδυρμός, οῦ, ὁ lamento
ὥρα, ας, ἡ hora
ἀμεταμέλητος, ον sin arrepentimiento
ἐργάζομαι trabalhar
πόσος, η, ον quanto
ἀπολογία, ας, ἡ defesa
ἀγανάκτησις, εως, ἡ indignação
ἐκδίκησις, εως, ἡ vingança
πρᾶγμα, τος, τό assunto; coisa
οὐδέ nem; e não
ἀναπαύω descansar
ἀναμιμνῄσκω lembrar
τρόμος, ου, ὁ temblor
γνωρίζω dar a conhecer
βάθος, ους, τό profundidade
πλοῦτος, ου, ὁ riqueza
μαρτυρέω testemunhar
πρῶτος, η, ον primeiro
ὥσπερ assim como
ἐπιταγή, ῆς, ἡ ordem
ὑμέτερος, α, ον vosso
γνήσιος, α, ον legítimo
πτωχεύω ser pobre
πλούσιος, ία, ον rico
πλουτέω ser rico
γνώμη, ης, ἡ propósito
πρόκειμαι estar expuesto
ὀλίγος, η, ον poucos
ἐλαττονέω ter menos
ἔπαινος, ου, ὁ louvor
χειροτονέω eleger