Word Meaning
ἔργον, ου, τό Tat
θυρωρός, οῦ, ὁ Torwächter
ἐντέλλομαι befehlen, anordnen
οὖν also
ὀψέ spät
μεσονύκτιον, ου, τό Mitternacht
ἀλεκτοροφωνία, ας, ἡ Hahnenschrei
πρωΐ früh
ἐξαίφνης plötzlich, unerwartet
εὑρίσκω finden
καθεύδω schlafen